Διημερίδα
«Ποινικό σύστημα και σωφρονιστικά μέτρα για τοξικοεξαρτημένα άτομα: η ελληνική και διεθνής εμπειρία»
31 ΜΑΡΤΙΟΥ - 1 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2009
Συνδιοργάνωση
Διημερίδας στην Κομοτηνή του Τομέα Ποινικών & Εγκληματολογικών Επιστημών (με τη συνδρομή του ΕρΕγΕπ) με το ΚΕΘΕΑ (Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων) με θέμα: «Ποινικό
σύστημα και σωφρονιστικά μέτρα για τοξικοεξαρτημένα άτομα: η ελληνική και
διεθνής εμπειρία».
Η διημερίδα έφερε ταυτόχρονα
κοντά καθηγητές Νομικής, Ιατροδικαστικής και Ψυχιατρικής μαζί με ανθρώπους της
πράξης που δουλεύουν καθημερινά με εξαρτημένα άτομα (κυρίως μέλη του ΚΕΘΕΑ)
επ’ ευκαιρία των πρόσφατων τροποποιήσεων του Ν.3727/2008 που εναρμόνισε την
ελληνική νομοθεσία με την Απόφαση-πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ συμπληρώνοντας τον
Ν.3459/2006 (κώδικα νόμων για τα ναρκωτικά).
Από τις εργασίες της διημερίδας προέκυψε κατ’αρχάς η ανάγκη
διάγνωσης ότι τα ναρκωτικά αποτελούν ένα πολυεδρικό πρόβλημα και η παραδοχή ότι
η διαχείριση του προβλήματος είναι κατ’εξοχήν κατασταλτική. Οι αδυναμίες
τοποθετούνται στο γεγονός ότι η τυποποίηση του νόμου για τα ναρκωτικά μπορεί να
είναι αρκετά αυστηρή για τους χρήστες, οι όποιες όμως δυνατότητες προσφέρει στα
άτομα αυτά διεμβολίζονται από τη
διαχείριση του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, αφού δεν μπορεί να υλοποιήσει
τις δυνατότητες που δίνει ο ίδιος ο νόμος. Η υποχρεωτική πραγματογνωμοσύνη που
προβλέπει ο νόμος, εάν υποβληθεί ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι είναι
τοξικομανής εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από τη σύλληψη του δεν μπορεί να
γίνει έγκαιρα, λόγω αδυναμίας του συστήματος (κυρίως υγείας) και φυσικά μετά
από πάροδο αρκετών ημερών δεν έχει νόημα, αφού οι τοξικές ουσίες παραμένουν
στον οργανισμό του περιστασιακού χρήστη το πολύ 2 μέρες. Περαιτέρω, το σύστημα
δικαιοσύνης δείχνει να μην ενδιαφέρεται τελικά για τον χρήστη: ενδείξεις προς
τούτο αποτελούν η κατάχρηση γίνεται στην καταστολή με την επιβολή της
προσωρινής κράτησης, γεγονός που δείχνει μια αμυντική στάση της δικαιοσύνης στη
διαχείριση του προβλήματος, (και γενικά από τη
στιγμή που θα διαταχτεί η προσωρινή κράτηση δεν υπάρχει περίπτωση να
γίνει δεκτή αίτηση αποφυλάκισης), η έκτιση της ποινής που πραγματοποιείται σε
ένα ασφυκτικά γεμάτο σωφρονιστικό σύστημα που δεν είναι προσαρμοσμένο για τις
ανάγκες των εξαρτημένων ατόμων, αλλά και η όλη διαδικασία της ποινικής δίκης
από τη σύνταξη των δικογραφιών μέχρι το ακροατήριο που δείχνει να είναι άκρως
τυποποιημένη (υπεραπλουστευμένες δικογραφίες, ίδιοι μάρτυρες για όλες τις
υποθέσεις, συνήγοροι με τυποποιημένη υπεράσπιση, κ.λπ.).
Όλα αυτά
δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο που ανατροφοδοτούν το σύστημα παραγωγής χρηστών
που απασχολούν το σύστημα δικαιοσύνης. Το κυριότερο θέμα όμως είναι ότι οι
απλοί χρήστες είναι ελάχιστοι μέσα στις φυλακές. Ενώ το 45% των κρατουμένων
στις ελληνικές φυλακές είναι για υποθέσεις ναρκωτικών πάνω από 75% αυτών είναι
και για διακίνηση. Τελικά φαίνεται ότι το στερεότυπο που υπάρχει ότι η χρήση
ναρκωτικών οδηγεί στο έγκλημα είναι μύθος. Η απλή χρήση δεν είναι από μόνη της
εγκληματογενής, αλλά έτσι όπως είναι το σύστημα αναγκάζει τον χρήστη να γίνει
διακινητής για να εξασφαλίσει τη δόση του συμβάλλοντας έτσι στον φαύλο κύκλο
της εγκληματικότητας. Από τις εισηγήσεις προέκυψε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις
για την επικινδυνότητα του χρήστη γι’αυτό και δεν δικαιολογείται η
προεγκληματική μεταχείρισή του. Σε καμία περίπτωση η προληπτική πολιτική δεν
μπορεί να είναι ανάλογη με την ποσότητα των ναρκωτικών στον οργανισμό –όπως
προβλέπει ο νόμος- γιατί κάθε οργανισμός έχει διαφορετική αντίδραση και αντοχή.
Το γεγονός ότι τα προγράμματα απεξάρτησης είναι περιορισμένα οφείλεται στο ότι
δεν δίνονται πολλά χρήματα γι’αυτό τον σκοπό.
Διαφάνηκε ότι είναι πολύ περισσότερα τα χρήματα που
δίνονται για την εξάρτηση παρά για την απεξάρτηση, ενώ παράλληλα το ποινικό
σύστημα είναι άκρως υποκριτικό. Ενώ ο νομοθέτης δείχνει να ενδιαφέρεται για την
απεξάρτηση και επανένταξη του χρήστη παράλληλα ενισχύει κατάφωρα την καταστολή
του. Σε όλη τη διάρκεια της διημερίδας τονίστηκε σε μεγάλο βαθμό η καταστολή.
Ακόμη και εισηγητές που αναφέρθηκαν σε μέτρα αποκαταστατικής δικαιοσύνης για
τους χρήστες κατέληξαν να προτείνουν διοικητικές κυρώσεις που είναι γνωστό ότι
και αυτές έχουν κατασταλτικό χαρακτήρα. Θα περίμενε κανείς από τον νομοθέτη να
προχωρήσει σε μια θαρραλέα κίνηση νομιμοποίησης της χρήσης, ούτως ώστε να πάψει
ο χρήστης να εμπλέκεται στον φαύλο κύκλο της εγκληματικότητας παίζοντας
ταυτόχρονα το παιχνίδι των εμπόρων. Άλλωστε, σε πλείστες άλλες περιπτώσεις αυτοπροσβολής, όπως στην περίπτωση της απόπειρας αυτοκτονίας, ή στην περίπτωση του
καπνίσματος ο νομοθέτης δεν έχει επέμβει
κατασταλτικά (Σημ. η απαγόρευση καπνίσματος σε δημόσιους χώρους άρχισε
να ισχύει από τον Ιούλιο 2009). Στην περίπτωση όμως της χρήσης των ναρκωτικών
διατηρεί μια συντηρητική θέση γιατί φοβάται ότι, αν τη νομιμοποιήσει θα είναι
σα να παραδέχεται ότι είναι καλό πράγμα. Έτσι, προτιμά να έχει τη συνείδησή του
ήσυχη, χωρίς ωστόσο να καταλαβαίνει ότι έτσι όλοι παίζουμε το παιχνίδι των
εμπόρων.
Πρόγραμμα συνεδρίου |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε εδώ το σχόλιό σας